Η συμμετοχή μου στη σειρά Άγριες Μέλισσες αποτελεί ένα υπέροχο ταξίδι που μεταφέρει επί της ουσίας την καλλιτεχνική μου παρουσία από το θέατρο και στην τηλεόραση. Θέλω να πιστεύω πως όλα στη ζωή γίνονται χωρίς άγχος και όταν είσαι έτοιμος να πεις κάτι ουσιαστικό, εκτός από το να προβάλλεις μόνο το “εγώ” σου.
Λένε ακόμη πως εν αρχή ήν ο Λόγος και δεν έχουν άδικο όσοι το υποστηρίζουν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θέλω να αναφέρω σε αυτή την ανάρτηση πως την ευθύνη όσων ενσαρκώνουμε μπροστά στο φακό την έχουν δύο άνθρωποι με τους συνεργάτες τους. Η Μελίνα Τσαμπάνη και ο Πέτρος Καλκόβαλης. Το σενάριο που υπογράφουν για τρίτη επιτυχημένη σεζόν, τολμά να μιλήσει για δύσκολες εποχές που εύκολα θέλουμε να τις παραβλέπουμε. Η βία ανθρώπου σε άνθρωπο δεν είναι μια ιστορική παρελθοντική υπόθεση. Το θέαμα εκπαιδεύει το συναίσθημα και τη λογική του θεατή -και αυτό είναι σπουδαίο. Τα πρώτα συγχαρητήρια είναι δικά τους και ο καθένας μας φέρει το μερίδιο τιμής από την συμμετοχή του σε αυτόν τον κυκλικό χορό της δημιουργίας.
Μεγάλη χαρά για μένα ήταν το αντάμωμα εξαίρετων ηθοποιών και επαγγελματιών συντελεστών σε αυτήν την συμμετοχή μου. Για ποιόν να μιλήσω πρώτα; Τον εξαίρετο "κακό" Γαϊτάνη μας, τον Ευθύμη Μπαλαγιάννη; Τον κοσμοαγάπητο συγγραφέα και σπουδαίο ηθοποιό Γιώργο Ηλιόπουλο; Τον ταλαντούχο συνθέτη και ηθοποιό στη σειρά Αλέξανδρο Σιδηρόπουλο ή τον Γιάννη Βασιλώττο που με γοήτευσε με το ήθος και το ταλέντο του; Σκόπιμα άφησα στο τέλος τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο, τον Λάμπρο της σειράς που όλοι αγαπούν. Για τον Δημήτρη δεν έχω λόγια να πω. Η συνεργατικότητά του, η τελειομανία του για να φτιάξουμε το «μαζί» μπροστά στην κάμερα με έχει γοητεύσει και με χαροποιεί, γιατί συνεχίζουν τη σπουδαιότητα των παλαιών ηθοποιών οι νέοι με αξίες.
Βέβαια έργο χωρίς μαέστρο δεν γίνεται να παιχτεί σε κανένα μουσικό σύνολο αλλά και σε κάθε συλλογική τέχνη. Έτσι ο Λευτέρης Χαρίτος έχει στα χέρια του τη σκηνοθετική μπαγκέτα στις Άγριες Μέλισσες και μέσα από τους άξιους συνεργάτες του συντονίζει πέρα από όλα τα άλλα και το συναίσθημα που φτάνει στις οθόνες των θεατών.
Δεν θα ξεχάσω να αναφέρω πως ο χώρος που επιλέχτηκε να γίνουν τα γυρίσματα του στρατοπέδου εξορίας στην Λέρο, είναι ένα κατόρθωμα του Αντώνη Χαλκιά και των συνεργατών του. Κράτησαν στοιχεία φθαρμένα από τον χρόνο σε ένα εργοστάσιο οινοποιίας του περασμένου αιώνα και προσθέτοντας εικαστικές παρεμβάσεις, έδωσαν την αίσθηση εκείνης της εποχής. Όταν παίζουμε ακουμπώντας την ιστορία της πέτρας μιας βιομηχανικής επανάστασης που απέτυχε στη χώρα μας, είναι βοήθεια την ώρα που αναπαριστούμε την παρακμή εκείνου αλλά και όλων των καθεστώτων που μετέρχονται την βία για να «πείσουν» τους υπηκόους τους για τις δικές τους αλήθειες.
Τέλος θα πω ότι στην αρχαία Αθήνα τα χορηγικά μνημεία χτίζονταν για να παραμείνει η τιμή της νίκης του επιχειρηματία που πλήρωσε την παραγωγή της τέχνης. Ο τελευταίος μα και πριν από τον συγγραφέα είναι ο παραγωγός που αγαπά και οραματίζεται την επιτυχία ενός μύθου. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω χωρίς να το αναλύσω, πως είναι καιρός να προχωρήσουμε σε εξωστρέφεια των παραγωγών στις διεθνείς αγορές. Έχουμε τα πάντα, αυτό που μας λείπει μόνο είναι η εμπιστοσύνη στο τόλμημα και η επικέντρωση του “λόγου” μας σε παγκόσμιες και πανανθρώπινες αρχές με λιγότερη γκρίνια και ηττοπαθή αυτοσαρκασμό για όσα μας συμβαίνουν. Από εμάς περιμένουν πολλοί λαοί γιατί αναγέννηση χωρίς δωρικό λόγο δεν γίνεται. Μπορεί να μη γνωρίζουμε τον Λευκάδιο Χερν στην Ελλάδα, αλλά τον έχουν εθνικό ποιητή οι Ιάπωνες και εκτιμούν αυτά που εμείς δεν διδάσκουμε στα σχολεία μας, που επί της ουσίας παράγουν την επόμενη γενιά που θα αποτελείται μόνο από καταναλωτές χωρίς στοιχειώδη επίγνωση των πράξεών τους.
Πιστεύω στην εξωστρέφεια της Ελληνικής Τέχνης και θα τη στηρίζω είτε είναι προϊόν του δικού μας δίδυμου συγγραφής, δηλαδή της Ντίνας Λαψάτη και εμού, είτε πρόκειται για γραφή άλλων σπουδαίων δημιουργών της ελληνικής γλώσσας.
Κλείνοντας θα πω ότι στην τέχνη που υπηρετώ, έχω τη διαστροφή να θαυμάζω και να αγαπώ όλους τους συναδέλφους ηθοποιούς, γιατί μέσα από την κάθε μία προσωπικότητα βλέπω στοιχεία που ταιριάζουν σε ρόλους που έχουμε γράψει ή φανταζόμαστε για όσες γραφές είναι ακόμα στο σκαρίφημα των ιδεών.
Παίζω θέατρο και τηλεόραση από αγάπη και μπορώ να εκτιμώ τις καλές γραφές των ελλήνων συγγραφέων στηρίζοντάς τες, γιατί ξέρω πως αν είναι να σηκωθούμε λίγο πιο ψηλά ως κοινωνία θα είναι μέσα από ένα διαφορετικό ήθος του πολιτισμού μας.
Αν είναι να σηκωθούμε από τον
τοίχο στρατοπέδου που έχουν- και έχουμε- σηκώσει γύρω από την κοινωνία μας, θα πρέπει
ο ένας να βοηθήσει τον άλλον και όχι να πατήσει επάνω του.
Κ.Ζ