Αυτό το άρθρο γράφτηκε πριν έξι χρόνια. Σήμερα διαβάζοντας στο σπίτι μας Παπαδιαμάντη, τα λόγια του άγιου Αλέξανδρου μου θύμισαν μια τούρκικη παροιμία που είχε διασταυρωθεί κάποτε και με την δική μου ζωή. Ακούγοντας να παίζει το νάϊ των δερβίσηδων, θέλησα να ανασύρω αυτήν την παλιά ανάρτηση ως μνημόσυνο στην ζωή που φεύγει και δεν πρέπει να την φοβόμαστε, αλλά να την κοιτάμε θαρρετά με στοχασμό. Άλλωστε το μέτρο του Θεού το έχουμε μέσα μας. Μένει μόνο να το φέρουμε στο φως ...
http://dragasia.blogspot.com/2013/01/blog-post_3.html
από τις 1/3/2013
από τις 1/3/2013
Από όλες τις συναντήσεις πιο πολύ με συγκινούν τα κατευόδια των ανθρώπινων σχέσεων. Έχουν μέσα τους λόγια χαρούμενα που κρύβουν επιμελώς μια θλίψη που ελέγχεται. Τόσο ο ταξιδευτής όσο και αυτός που παραμένει, έχουν μια κοινή αγωνία για το νέο που έρχεται και το άγνωστο που περιμένει στην εξέλιξη της ζωής.
Θυμάμαι μια φωτογραφία που είχε ο πατέρας μου βγαλμένη πριν το σαλπάρισμα του πλοίου που θα έστελνε το φίλο του στην Αυστραλία. Δυο παλικάρια με κουστούμια της δεκαετίας του ΄50, έστεκαν αμήχανα στον φακό του περαστικού φωτογράφου να τους κλέψει τη στιγμή. Πιο πολύ θυμάμαι την συγκρατημένη έκφραση του κάθε φορά που την έβλεπε, μια και δεν συναντήθηκαν ποτέ ξανά με τον Λεωνίδα, εκείνος έμεινε για πάντα στα χώματα της μακρινής ηπείρου χωρίς να έρθει γράμμα ξανά με τα λόγια… «Από υγείαν είμαι καλώς, το αυτό επιθυμώ και δι’ υμάς …»
Πέρασαν τα χρόνια και μέσα σε τούτα ζήσαμε όλοι μας μικρά και μεγάλα κατευόδια που συνήθως αποφεύγουμε να τα φέρουμε σε τρεμάμενα χείλη, μια και δεν τα προφέρουμε με το πραγματικό τους όνομα που είναι «μικροί και μεγάλοι θάνατοι». Ως τέτοιοι νοούνται τα όμορφα φιλικά γλέντια μας, οι χαμένοι έρωτες, τα ταξίδια που ζήσαμε, και οι ξεχασμένοι καθρέφτες που φιλοξένησαν την εικόνα μας…
Το άσχημο στη ζωή μας δεν είναι το ότι ζούμε τέτοιες καταστάσεις θανάτων, αλλά πως δεν τους αντιλαμβανόμαστε.
Αποφεύγουμε να είμαστε στο παρόν του βιώματος και στέλνουμε κάθε στιγμή να πατήσει το μυαλό μας σε ένα παρελθόν μιλώντας για το μέλλον…
Μέσα από αυτές τις σκέψεις τα βήματα μου περπάτησαν αργά το μωσαϊκό του ήρεμου νοσοκομειακού διαδρόμου, για να φτάσουν στην πόρτα του δωματίου που φιλοξενούσε τον Θειό μου. Μπήκαν πρώτα τα μεγαλωμένα εγγόνια του και φρόντισα να εμφανιστώ με χαμόγελο ανάμεσα τους λέγοντας σε αυτόν:
- Τελικά έχεις πολύ όμορφα εγγόνια , τυχερός είσαι!
Ένα χαμόγελο που έκρυβε αμηχανία για το ποιος είμαι, έκανε το κεφάλι του να κινείται ανάμεσα στα εγγόνια, ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς τα παιδιά. Κράτησε μερικά δευτερόλεπτα η αγωνία αναγνώρισης που περίμενε να του δώσουν τη λύση της οι άλλοι, για να πει στη συνέχεια με ευγένεια και αυτοκυριαρχία:
-Ποιος είναι ο κύριος;
Η ταλαιπωρία της υγείας του καθώς και το φυτρωμένο μούσι που έχω τελευταία ήταν τα εμπόδια για την άμεση αναγνώριση.
Το χαμόγελο και η διάθεση να μιλήσουμε ήρθαν σε πληρότητα μόλις του είπα το όνομα μου.
Κάποια στιγμή στην περαστική νοσοκόμα αποκρίθηκε όλο καμάρι κάνοντας νεύμα προς εμάς:
-Αυτοί είναι το σόι μου!
Σε κάποια στιγμή ανεβάζω ένα ημιτόνιο τη φωνή μου και τον ρωτώ:
-Πες μου αυτήν την παροιμία που λέει πως ο κόσμος είναι ένα τσέρκι, την θέλω όμως στα τούρκικα.
Το χαμόγελο από τις επιτυχημένες μάχες της ζωής του άστραψε και χωρίς καθυστέρηση μου λέει:
- Μπου ντουνιά τσέρκι φιλέκ. Ασκουλσουν τσαβαρινέ
Εκείνο το «μπου» που άρχισε να λέει… ήταν υγρό γεμάτο ζωή και έκφραση επιθυμίας. Μόλις τελείωσε το επανέλαβε σε μετάφραση όλο νόημα, λέγοντας πως αυτός ο κόσμος είναι ένα τσέρκι (κύκλος) χαρά σε αυτόν που τον γυρίζει.
Ναι για κοντά ενενήντα χρόνια γύρισε το δικό του τσέρκι από την προσφυγική Θεσσαλονίκη έως τις γειτονιές του Πειραιά, δημιουργώντας όνειρα, επιτυχίες, λύπες και δράματα σε μια πλήρη ζωή.
Μου ζητούσε κάποτε να του ζωγραφίσω ένα πίνακα «ζωντανό» και να έχει ως εικόνα μια τρύπα στο νερό. Συνέχισε να μου τον αναφέρει ως επιθυμία καθιστός στο γραφείο του υφαντηρίου του και όταν έφυγε για παντοτινό ταξίδι και ο αγαπημένος ξάδερφος και γιος από κοντά μας.
Ποτέ δεν τον ζωγράφισα χωρίς να ξέρω το γιατί.
Αργότερα κατάλαβα ότι καλά έπραξα μια και τα πολύ σκληρά θέματα της ζωής μας δεν ζωγραφίζονται, αλλά τα στοχαζόμαστε.
Τούτη είναι η κυτταρική εντολή παιδείας των Ελλήνων από την εποχή που ακόμα μιλούσαν μέσα από τραγωδίες.
Αυτή ήταν η φιλοσοφία του για τη ζωή έστω και αν πάντα ήθελε να δημιουργεί και να έχει τον γνωστικό έλεγχο γύρω του.
Πίσω από την εμπειρία της ζωής του, κρυβόταν η κυρίαρχη φιλοσοφική αντίθεση πως τα πάντα είναι ένα τίποτα, αλλά εμείς για να κρατηθούμε σε αυτή τη ζωή παλεύουμε να δώσουμε εικόνα, αισθήματα, και ύλη στο τίποτα της ζωής μας.
Παραδόξως αυτή η αντάμωση ήταν για μένα ένα ακόμη κατευόδιο σε αυτή την συνύπαρξη που είχαμε με αυτόν τον άνθρωπο στη ζωή ξεκινώντας από ένα μακρινό παρελθόν που ήμουν μικρός, και φτάνοντας μέχρι τα μεγάλα μου.
Θυμάμαι ακόμη την μαϊμού με τα λάστιχα που κουνούσε πόδια και χέρια όταν την έφερε δώρο μπροστά στα έκπληκτα τότε παιδικά μου μάτια.
Ναι είχα μέσα μου μια χαρά σε αυτή τη συνάντηση, γιατί αλλάξαμε χαμόγελα και ζωή σε αυτόν τον ντόκο που βρεθήκαμε περιμένοντας την επιβίβαση και το σαλπάρισμα του προς το άγνωστο.
Κάποια στιγμή έφτιαξα εικόνες και για τη δική μου σειρά που θα αφήσω το κοντινό και ευρύτερο σόι μου, και ένιωσα ήρεμος.
Σήμερα δυο μέρες μετά έμαθα πως σωστά ένιωσα τη χαρά του αποχαιρετισμού.
Στην ουσία έχω φτιάξει ένα δικό μου ψέμα για αυτούς τους μικρούς και μεγάλους αποχαιρετισμούς της ζωής μας, που με κάνει να ηρεμώ και να προετοιμάζομαι για το δικό μου ταξίδι.
Έχω την αίσθηση πως δεν πάμε μακριά, αλλά πίσω από τον καθρέφτη που κοιτάμε. Δεν θα συναντηθούμε ξανά ποτέ με όσους κοιταχτήκαμε παρά μόνο τα λόγια μας μένουν ζωντανά που είναι στην ουσία ο καθρέφτης και περιμένουν το σπάσιμο να χαθούν κι αυτά. Άλλωστε το φως βγαίνει μόνο από τα μάτια μας και ο καθρέφτης μας δείχνει την εικόνα. Πίσω από αυτόν είναι ακριβώς το ίδιο τοπίο, μα εντελώς σκοτεινά, μια και δεν υπάρχουν μάτια που κοιτούν την εικόνα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου