Τι άνθρωπος είναι ο Δικαιόπολις;







Ο Αριστοφάνης γεννήθηκε κατά την ακμή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Οι γνώμες από τους μελετητές για την γέννησή του είναι διάφορες. Υπολογίζουν κάποιοι ως χρόνο γέννησης το 445 π.Χ και άλλοι πως μπορεί να είχε γεννηθεί  μέχρι και δώδεκα χρόνια νωρίτερα.
Η άνθιση των Αθηνών την εποχή που γεννήθηκε ο Αριστοφάνης ήταν απερίγραπτη σε πλούτο ιδεών αλλά και κατασπατάλησης χρήματος.  Μια όχι και τόσο δόκιμη και μακράν απέχουσα σύγκριση θα μπορούσαμε να κάνουμε με την σύγχρονη πλασματική ευημερία των Ελλήνων κατά την εποχή που ακόμα και άστεγοι έπαιζαν χρηματιστήριο και οι κυβερνώντες καμάρωναν καθώς οργάνωναν την απάτη εκποίησης της λαϊκής περιουσίας, δηλώνοντας «Λεφτά έχουμε!»
Έτσι ο Αριστοφάνης από τα δέκα τέσσερα χρόνια ζωής του, κατά άλλους από τα είκοσι, έζησε τον καταστροφικό πόλεμο της Αθήνας με την Σπάρτη.  Σήμερα οι νέοι που γεννήθηκαν στο ψέμα της αειφόρου ανάπτυξης της οικονομίας του χρήματος, βλέπουν την φτώχεια και την στέρηση στην ζωή τους.
Η Αθήνα τότε, για τις ανάγκες του πολέμου, ήθελε χρήματα και επέβαλε την εξουσία της στις αντιρρήσεις των συμμάχων. Οι κατασταλτικές επεμβάσεις ήταν ο εύκολος τρόπος να κυριαρχήσει με αναγκαστική φιλία, όπως σήμερα συνηθίζουν να κάνουν οι παγκόσμια ισχυροί σε εδάφη και χώρες που εκμεταλλεύονται.  Ο πλούτος που συνέλεγαν οι Αθηναίοι πήγαινε σε εξοπλισμούς της πόλης, αλλά και στον προσωπικό αποθησαυρισμό των βολεμένων ιδιωτών κατοίκων της. Σήμερα ένας νέος γύρω στα είκοσι πέντε έτη, έχει δει την βία της εξουσίας προς ομάδες πολιτών, έχει παρακολουθήσει την ασύστολη κλοπή του πλούτου της πολιτείας με τα διάφορα σκάνδαλα, έχει ζήσει την απροκάλυπτη συγκάλυψη των απατεώνων που μετέχουν της εξουσίας με νόμους ατιμωρησίας και το χειρότερο είναι πως νιώθει να του προετοιμάζουν ένα μέλλον ζοφερό.
Ο Αριστοφάνης, στο έργο του ψηλαφεί την ηθική διάσταση τα νοοτροπίας που φτωχοποιεί μια κοινωνία τόσο ηθικά όσο και υλικά. Ο διάδοχος της δημοκρατικής εξουσίας Κλέων, μετά τον θάνατο του Περικλή, ήταν δημαγωγός και πολεμοκάπηλος και αρκετές φορές είχε μηνύσει τον Αριστοφάνη για όσα δημόσια του καταμαρτυρούσε.
Η καταγωγή του ποιητή πρέπει να ήταν από ασθενή οικονομική τάξη. Οι γονείς του που διέμεναν στην Αθήνα, καταγράφεται πως εγκαταστάθηκαν ως κληρούχοι στην Αίγινα. Το χάρισμα της γης συνηθιζόταν σε οικονομικά δυσπραγούντες. Ο Αριστοφάνης, έχει εριστική σκέψη που αντιτίθεται στους σύγχρονούς του πλούσιους ευγενείς.  Αν και λαϊκός, θα λέγαμε σήμερα πως η σκέψη του είχε τομές στην αστική εξουσία της εποχής, καταδεικνύοντας το αδιέξοδο της ηθικής της.
Στο έργο του Αχαρνής, ο κεντρικός ήρωας Δικαιόπολις,  μετέρχεται τρόπους επιβίωσης που γνωρίζει η εξουσία και δεν είναι καθόλου θυμικοί όπως συνηθίζει να φέρεται ο λαός. Ντύνεται την απάτη γνωρίζοντας καλά πως λαοπλανώντας τον όχλο θα πετύχει την ατομική του ευδαιμονία. Μήπως αυτό είναι σύνηθες στην σημερινή εξουσία που τάζει ευμάρεια ζητώντας ψήφους και αμέσως μετά την ανάληψη καθηκόντων δεν τηρεί τις υποσχέσεις;
Ο Δικαιόπολις του Αριστοφάνη δεν είναι ένας αφελής καλός αγρότης που θέλει την Ειρήνη.  Είναι ένας αστός νους, που επιστατεί των συνθηκών και θέλει να κερδίσει το όφελος της ευμάρειας για τον εαυτό του και την οικογένειά του αποκλειστικά.  Αν αυτό φίλε αναγνώστη δεν σου θυμίζει συμφέροντα οικογενειών σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο σήμερα, πρέπει να αναρωτηθείς σοβαρά για την πνευματική σου αρτιότητα.
Η Αθηναϊκή κουλτούρα της εποχής που γεννήθηκε ο Αριστοφάνης, θεωρούσε ποταπή την ιδιωτεία απέναντι στην Πολιτική σκέψη, η οποία λάμβανε υπόψη της το συμφέρον του συνόλου της πόλης και όχι του ατόμου. Ο Δικαιόπολις επιλέγει, ο ποιητής, να δρα ιδιωτικά προσπαθώντας να γίνει ο προπομπός μιας ολόκληρης κοινωνίας. Κάτι σαν σημερινός τηλεοπτικός σταρ που όλοι οι πνευματικά φελλοί τον μιμούνται. Ο Αριστοφάνης αναδεικνύει το ευτελές ως μείζον στην κωμωδία του στηλιτεύοντας εκ των έσω το ήθος των συγχρόνων του.
Σήμερα που η διευρυμένη πόλη κράτος της Αθήνας ονομάζεται Ελλάδα με τις υποτελείς πόλεις της, έχει πουληθεί από τους κυβερνώντες στα ξένα συμφέροντα, η ιδιωτεία βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο. Κάθε ένας ιδιώτης που βαστά στο στόμα του ένα από τα  κομμάτια κρέατος που μοιράζει η εξουσία, τρέχει να το φάει κρυφά σαν σκύλος. Μια δουλειά να του προσφέρουν τα αφεντικά, με αντικείμενο αυτής να καταστρέφει την Ελλάδα, αποτελεί χαρά για τον ιδιώτη του πνεύματος. Αφού εγώ τρώω, θα σκεφτεί, καλά είναι. Άλλωστε του έχουν μάθει, ψευδώς, μετά την δολοφονία του Καποδίστρια οι βολεμένοι της εκτελεστικής εξουσίας, πως η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει και έτσι δεν χρειάζεται η προσωπική ευθύνη του στην λειτουργία της Πολιτείας. Αυτή είναι η δυστοπική σημερινή αλήθεια. Η ανυπαρξία δηλαδή πολιτικής συλλογικής συνείδησης στον δημοκρατικό όχλο που ψηφίζει μικρο- συμφεροντολογικά τους δυνάστες του.
Ο Αριστοφάνης, υποστηρικτής των αξιών που δημιούργησαν τον ηρωισμό κατά τους Μηδικούς πολέμους, ήταν αντίθετος με τον εκπεσμό των αξιών της εποχής του. Ακόμη και η κατοπινή αντίθεσή του προς τις διδαχές του Σωκράτη στις Νεφέλες, αποδεικνύει την συντηρητική του συνείδηση. Η εποχή των νικηφόρων Μηδικών πολέμων μπορεί να παρομοιαστεί σήμερα με το έπος του 1940, που οι ενωμένοι Έλληνες κέρδισαν ουσιαστικά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, καθυστερώντας τον άξονα των εχθρικών δυνάμεων να κυριεύσει τον νότο και να προελάσει προς την μέση ανατολή και τα ενεργειακά της αποθέματα. Η παρακμή που ζούσε αργότερα ο Αριστοφάνης σε μια Αθήνα που βίωνε την επερχόμενη πτώση της, ταιριάζει με την σημερινή εποχή. Οι ηττημένοι του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, μαζί με τους ισχυρούς τότε νικητές, σε συνεργασία με το παγκόσμιο κεφάλαιο έχουν προσλάβει υπαλλήλους τους κυβερνήτες χωρών όπως της Ελλάδας και υλοποιούν το σχέδιό τους για τον αφανισμό των ανεξάρτητων εθνών. Φανερός στόχος  είναι να μετατρέψουν τους πολίτες σε μια άβουλη ομοιόμορφη εκτροφή ελεγχόμενου πληθυσμού. Αν θα πετύχει αυτό το Οργουελικό σχέδιο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρες ηπείρους, θα το δείξει το μέλλον των λαών και η ιστορία που θα δημιουργήσουν με τους πολιτιστικούς και πολεμικούς τους αγώνες.
Ο αττικός κωμωδιογράφος δεν ήταν βωμολόχος απλά για να προκαλέσει τον γέλωτα στο ακροατήριο. Χρησιμοποιεί την διονυσιακή συνήθεια λόγου της κωμωδίας ως έκρηξη θυμού απέναντι στην κατάντια των συγχρόνων του. Στηλιτεύει την τότε πνευματική ραθυμία και την τάση των ανθρώπων να βολεύονται όπως ακριβώς και σήμερα, διαλέγοντας στην ζωή τους τα αισχρά αποφεύγοντας τα αγαθά.
Μας βάζει να γίνουμε χειροκροτητές ενός αντιήρωα, μπαγαπόντη που κατορθώνει μέσα στο χαμό μιας κοινωνίας να πετύχει την καλοζωία του. Μας βάζει προ των ευθυνών μας να αντιμετωπίσουμε την σκέψη πως ο πραγματικός εχθρός δεν είναι σήμερα οι δανειστές με τα πολλά ονόματα σαν τους εγκληματίες. Ναι, τους λένε κουαρτέτο, θεσμούς, τρόικα και ότι άλλο μπορούν να σκαρφιστούν οι ντόπιοι πολιτικοί τους υπάλληλοι. Εχθρός λοιπόν δεν είναι αυτοί, αλλά η ατομική μας σκέψη για αυτούς που ως ελέφαντες σε ομηρία νομίζουμε πως η αλυσίδα, δεμένη σε ένα πρόχειρο πάσαλο, μας κρατά σε ομηρία για πάντα.
Ο Δικαιόπολις ντύνεται κατήγορος της στρεβλής πολιτικής κατάστασης για να δώσει διέξοδο στα προβλήματα της ατομικής του ζωής. Ακριβώς το ίδιο κάνουν σήμερα οι κομματικοί αντίπαλοι σε μία σικέ δημοκρατία από την οποία ωφελούνται ιδιωτικά για τις σκανδαλώδεις υπηρεσίες κοινωνικής ωφέλειας που προσφέρουν ατιμώρητα στην Πολιτεία.
Ο Δικαιόπολις είναι το έμβλημα της ασθένειας όλων των κοινωνιών με καπιταλιστικό ή σοσιαλιστικό πρόσημο, που τοποθετούν το ατομικό συμφέρον υψηλότερα από το συλλογικό. Ας μην ξεχνάμε τους δισεκατομμυριούχους του κομμουνισμού σε Ρωσία και Κίνα.  Έτσι σήμερα στα ίδια εδάφη που δίδαξε τα έργα του ο ποιητής συνεχίζουμε να λέμε «Δεν πάν΄ να ψοφήσουν χίλια αρνιά… εμείς να 'μαστε καλά». Ο Δικαιόπολις είναι ο αντιήρωας που βρίσκεται χιλιάδες χρόνια τρόφιμος μέσα στη σκέψη πολλών προγόνων που μας εκπαίδευσαν και φυσικά στην δική μας.
Ο Αριστοφάνης γνωρίζει πως ο «πόλεμος» της άμιλλας των αξιών παράγει πλούτο στην δημοκρατία, αλλά επιλέγει να μας κάνει να ταχθούμε με το μέρος του αντιήρωά του, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα καταλάβουμε την πνευματική μας κατάντια.
Αναλύοντας πολιτικά - και όχι κομματικά - την σημερινή κατάσταση, θα διαπιστώσουμε πως η γη που γέννησε την σκέψη του Αριστοφάνη χωρίζεται σε οικόπεδα για να την κατασπαράξουν οι παγκόσμια ισχυροί. Όσο λοιπόν αυτοί διαμελίζουν γη και ανθρώπους, εμείς οι ανόητοι χωριζόμαστε σε αντίπαλες ομάδες που τεχνηέντως τις δημιουργούν για μας.  Ο Αριστοφάνης στα ημιχόριά του προσπαθεί να μας καταδείξει πως ο λαός πάντα διχάζεται γιατί είναι θυμικός και ευκολόπιστος.  Έτσι σήμερα συνεχίζουμε να φαγωνόμαστε μέσα από τους τηλεοπτικούς αβανταδόρους των εχθρών μας σε:  Συντηρητικούς και προοδευτικούς, σε Ολυμπιακούς και Παναθηναϊκούς, σε Φασίστες και αντιφασίστες, σε δεξιούς και διαφορετικούς δεξιούς, σε παραδοσιακούς αριστερούς και διαφορετικά σκεπτόμενους αριστερούς, σε γκέϊ και στρέϊτ, σε άντρες και γυναίκες, σε χορτοφάγους και κρεατοφάγους, σε φαλλοκράτες και φεμινιστές και ο κατάλογος είναι ατελείωτος, όσο και η ανθρώπινη βλακεία.
Θλιβερό είναι πως τα τελευταία χρόνια της ελληνικής ιστορίας μάθαμε και μια λέξη με υποτιθέμενη πολιτική βαρύτητα, με την οποία κατηγορούμε ο ένας τον άλλο αντικαθιστώντας την παγκοσμίως γνωστή ελληνική λέξη malakas. Έτσι ο φασίστας τώρα, είναι ένα μίασμα που ενσωματώνει όλο το μίσος της διαφορετικής σκέψης μας επί παντός επιστητού. Αν δεν είναι κάποιος φεμινιστής τότε είναι σίγουρα φασίστας κλπ. Τα παραδείγματα που ταιριάζουν στον χαρακτηρισμό κάποιου ως φασίστα, είναι άπειρα και ταιριαστά στο μέγεθος της ανθρώπινης βλακείας.
Ο Δικαιόπολις κατά τον συρμό της εποχής μας, ήταν τελικά φασίστας, που ήθελε να περνάει καλά αυτός και η οικογένειά του, ή ήταν αντιφασίστας μια και φασίστας προφανώς θα ήταν ο Λάμαχος που ήθελε να συνεχίζεται ο πόλεμος κατά των Σπαρτιατών;  Δύσκολα ερωτήματα για τον σύγχρονο χουλιγκανισμό της σκέψης.
Αγαπητέ αναγνώστη, ο λόγος της πολιτικής σκέψης πρέπει να έχει ως κίνητρο την αγαθή πρόθεση, που σήμερα την λέμε και αγάπη. Σκεφτόμαστε λοιπόν να ανεβάζουμε τους Αχαρνής με τέτοιο τρόπο που το έργο να περιλαμβάνει αγάπη για την κατάντια μας, αξιοποιώντας τα λόγια του Αριστοφάνη. Θέλουμε νοήμονα αναγνώστη, το γέλιο του θεατή να έχει μέσα του κάτι από το δάκρυ της γνώσης…
Κ.Ζ





Υ.Γ
Στην εικόνα αναπαριστώνται τα Μακρά Τείχη της Αθήνας την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου. Η θεόρατη πύλη ένωνε το φυσικό λιμάνι του Κάνθαρου (Ζέας) στον Πειραιά με την Αθήνα.


Ξεκινώντας να διαβάζουμε τους "Αχαρνής"







Σε εκείνα τα Λήναια, που γιορτάστηκαν στην ταλαίπωρη Αθήνα του 425 π.Χ, ο Αριστοφάνης ήταν είκοσι χρονών παλληκάρι. Ο νέος ποιητής από τον δήμο Κυδαθηναίων, είχε φουντώσει από την ταλαιπωρία του πολέμου με τους Σπαρτιάτες. Είχαν περάσει, οι δύσμοιροι Αθηναίοι, επτά χρόνια καταστροφών τα οποία είχαν ρημάξει την ύπαιθρο χώρα τους και είχαν στερηθεί τα καλά της ευζωίας τους. Έτσι σκέφτηκε να σκαρώσει και να διδάξει ένα έργο, μια διαμαρτυρία υπό την μορφή κωμωδίας, που το ονόμασε Αχαρνής. Διεκδίκησε το βραβείο και πράγματι το κέρδισε γιατί, τότε, η τέχνη δεν έφτιαχνε απλώς το κέφι του κόσμου, αλλά μέσα από αυτήν έβαζε στους πολίτες, με κέφι ή με λύπη, ερωτήματα πολιτικής σκέψης.  Παρ’ όλο που το θέατρο ήταν θέαμα της ημέρας και παιζόταν το πρωί, δεν είχε την παραμικρή σχέση με τα σημερινά τηλεοπτικά πρωϊνάδικα.
Η ζωή στην πόλη της Παλλάδας και τότε ήταν ταιριαστή με την σημερινή. Τεχνολογικά μπορεί να μην είχαν κινητά τηλέφωνα, αεροπορικές εταιρείες, ασφαλιστικούς πράκτορες και άλλα καλά της εποχής μας, όμως διέθετε η κοινωνία τους φρυκτωρίες για άμεση ενημέρωση, αμαξιτούς δρόμους, αστυνομία από τοξότες Σκύθες που τους πλήρωνε η δημοκρατία, βουλευτές που κοιτούσαν την βολή τους και σίγουρα αντιπροσώπους σε ξένες χώρες που έτρωγαν και έπιναν αφού πλήρωναν τα κορόιδα στην Αθήνα και οι σύμμαχοι από τους φόρους. Οι πρεσβευτές ήταν, κάτι ας πούμε, σαν κι αυτούς που πηγαίνουν σήμερα βουλευτές στις Βρυξέλλες και βγάζουν φωτογραφίες στο φέισμπουκ προβάλλοντας την ευζωία τους. Αυτές οι συμπεριφορές είχαν ενοχλήσει τον Αριστοφάνη και το μάθαμε επειδή μας άφησε τις σκέψεις του στο θεατρικό κείμενο που ευτυχώς έφτασε στην εποχή μας μέσα από αντιγραφές.
Θα μου πει κάποιος, παλιά πράγματα ρε παιδί μου τι μας νοιάζουν τώρα;  Σίγουρα θα έχει δίκιο γιατί ποτέ σε έναν ηλίθιο δεν τολμάς να του πεις πως έχει άδικο. Ο όχλος που κουβαλά ατράνταχτες βεβαιότητες για τα πιστεύω του, είναι πάντα επικίνδυνος. Για όσους όμως ψάχνουν τις αντιστοιχίες των εποχών θα ήθελα να αναφέρω πως:
Σήμερα, εμείς οι απόγονοι των αντιηρώων εκείνης της εποχής, ως μια χώρα για γέλια, ζητάμε χρήματα, προστασία και ταυτότητα, από τους διεθνείς τραπεζικούς τοκογλύφους, υποθηκεύοντας εμπράγματα σε αυτούς γη και ύδωρ ακόμη και τις ζωές των παιδιών των παιδιών μας. Δυστυχώς και τότε ήταν το ίδιο ζήτουλες οι Έλληνες, αλλά υπήρχαν κάποιες διαφορές. Η διαφορετικότητα, έγκειται στο ότι οι τότε δανειστές, που ήσαν οι Πέρσες, χάριζαν τους χρυσούς δαρεικούς για να βγάζουν τα μάτια τους μεταξύ τους οι Έλληνες, ενώ σήμερα σου δανείζουν μονάδες χρήματος, σε βάζουν να αγοράσεις αυτές ό,τι θέλουν, που σου το πουλάνε πανάκριβα, και στο τέλος σου παίρνουν το αρχικό κεφάλαιο σε δεκαπλάσια αξία. Αυτό είναι μια πραγματική εξέλιξη της καταδυνάστευσης των ηλιθίων.

Αν τώρα παρεξηγηθεί κάποιος, για το παρελθόν, επειδή νιώθει ως Έλλην διαφορετικός θα ρωτήσει:  Μα γινόντουσαν αυτά;
Μπορεί να νιώθει τον ελληνισμό στα κύτταρά του και να καμαρώνει για το γονίδιο της φυλής που κουβαλά από τότε μέχρι σήμερα αναλλοίωτο, αλλά θα τον στεναχωρήσω. Η ιστορία έχει κακά μαντάτα για αυτόν. Τι να πρώτο-αναφέρω από τα κακά μαντάτα της ιστορίας; (Μιλώ πάντα για την εποχή που γράφηκε το έργο του Αριστοφάνη). Να πω για τον Ανταλκίδα και την ειρήνη του, την φαγωμάρα των πόλεων;  Ίσως θα πληγώσω κάποιους σαν αναφέρω το καμάρι του Θηβαίου Πελοπίδα κατά την ακρόασή του μπροστά στον Αρταξέρξη, (την χρονιά που πέθανε ο Αριστοφάνης) όταν του είπε πως εμείς είμαστε σύμμαχοί σας και πάντα ήμασταν μαζί σας. Ναι δυστυχώς αυτό ήταν αλήθεια που του είπε. Οι Θηβαίοι πολέμησαν τους Έλληνες στις Πλαταιές με το μέρος των Περσών. Όταν έχουμε επιλεκτική γνώση άρα και μνήμη, που σταματά στις Θερμοπύλες, τον Μαραθώνα και την Σαλαμίνα, δικαίως σήμερα υπάρχει στις κοινωνίες όπως η νέο- ελληνική ο δημοκρατικός εξανδραποδισμός. 

Με όλα αυτά στην σκέψη, έχουμε αρχίσει να διαβάζουμε το έργο που βραβεύτηκε στα Λήναια τον έβδομο χρόνο του Πελοποννησιακού πολέμου.
Αυτοί που υπηρετούν το θέατρο χωρίς αμοιβή, που το ονομάζουμε αλλιώς και ερασιτεχνικό, έχουν μεγαλύτερη ευθύνη να προετοιμάζουν επαγγελματικά τις απαντήσεις στο ερώτημα, γιατί κάνουμε θέατρο.
Τα υπόλοιπα για τους «Αχαρνής» θα προκύψουν μέσα από το ξόρκι που χρησιμοποιούν οι συνειδητοί άνθρωποι της Τέχνης, σαν δουλεύουν. Δεν είναι κανένα άλλο από τις τρεις ίδιες λέξεις που η κάθε επόμενη είναι πιο δύσκολη από την προηγούμενη.
«Δουλειά, δουλειά, δουλειά!»
Κ.Ζ


Υ.Γ
Την εικόνα του Παρθενώνα την πήρα με σημειολογική διάθεση από ένα Περσικό ηλεκτρονικό χώρο, επειδή μαζί με τον Ελληνικό πολιτισμό τα μνημεία που δημιουργήθηκαν κατά το παρελθόν, ανήκουν ανεπιστρεπτί σε μια εποχή που σήμερα έχει βεβηλωθεί από τον οικονομικό και θρησκευτικό βαρβαρισμό της σύγχρονης κοινωνίας. 





Η άγνωστη λέξη «καθήκον»

Όταν ο Λόγος έχει την εγκυρότητα αυτή του αείμνηστου Σαράντου Καργάκου, τα σχόλια περισσεύουν. Έτσι θα αρκεστώ με την έναρξη των σχολείων ανά την επικράτεια, να αναρτήσω αυτό το άρθρο που βρήκα στον διαδικτυακό χώρο που μνημονεύω στο τέλος της γραφής.
Κ.Ζ

 

Η άγνωστη λέξη «καθήκον» και η παραγωγή... τεμπέληδων

 

 

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των νέων μας εδώ και 30 χρόνια δεν είναι η ανεργία αλλά η… εργασία. Ο νέος δεν φοβάται την αναδουλειά αλλά τη δουλειά. Το πάντα επίκαιρο άρθρο του Σαράντου Καργάκου. 

 


Ένα παλαιό, αιχμηρό άρθρο του Σαράντου Καργάκου, που αξίζει να μας βάλει σε σκέψεις και αυτοκριτική -ιδίως όσους υπηρετούν την εκπαίδευση.
Κατά την άποψή μας, ο λόγος είναι υπερβολικά αυστηρός, ενίοτε και ισοπεδωτικός, σήμερα που η ανεργία ειδικά των νέων με ουσιαστικά και όχι τυπικά προσόντα βρίσκεται στα ύψη και πολλοί για να ζήσουν αναγκάζονται να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό.
Εν τούτοις, το αίτημα για (καλύτερη) αξιοποίηση των ανθρωπιστικών σπουδών και της πνευματικής κληρονομιάς μας για καλλιέργεια κριτικής σκέψης, αγωνιστικού φρονήματος, ήθους, εργατικότητας, τόλμης, πρωτοβουλίας και δημιουργικότητας είναι επίκαιρο και διαχρονικό.

Α.Χ. Παπανδρόπουλος.

«Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία.
Διαφωνώ. Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η... εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νέο-σουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο γενιές "κουλοχέρηδων"... παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμιά εργασία από αυτές που ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές.
Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη "χειρώναξ", σαν δεύτερο συνθετικό το "άναξ", που κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στον χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε αριστερά και πήγαινε δεξιά και τούμπαλιν. Γι' αυτό τουμπάραμε...
Κάποτε, έγραφα πως η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν. Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ' όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White collar workers».
Έτσι σήμερα, το πιο φτηνό εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι... πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη και στον OΤΕ ως έκτακτοι, τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη και διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις και ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής και χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, που πιστεύουν ότι τα παιδιά μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνο για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.
Παρ' όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!), οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από "μηνύματα" του αφόρητου "κινητού" τους.
Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ' ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμιά δεξιότητα, εκτός από τη ραθυμία, την αναβλητικότητα και τον φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσομε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά.
Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό και πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαυξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλαξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό.
Και το λεγόμενο "σχολικό" είναι συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο. Και τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το "Αναγνωστικό", που πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Πού πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική και τη θαλασσινή ζωή;
Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο "χαρτογιακάς". Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά "Αναγνωστικά", καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πώς να πάει, όταν με τη ναυτιλία που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τι είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε τη θάλασσα και στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί και μελαψοί κάθε αποχρώσεως;
Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -και μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα "προσόντα" τους, αλλά τέτοιες εργασίες που ζητούν, τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- που προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Πού θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;
Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά, ακόμη και του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς.
Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών που τη δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία, που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής.
Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτίρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών. Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα "Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη" και υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού.
Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με... "Κέντρα Πολιτισμού", όπου "μπαγιαντέρες" κάθε λογής και φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου ! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε ... αγροτικό! Τώρα, όμως, που έρχονται τα "εξ εσπερίας νέφη", χτυπάμε το κεφάλι μας. Και πού να φθάσουν τα "εξ Ανατολής", σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flentium (=κοιλάς κλαυθμώνων) και θα κινείται quasi osculaturium inter flentium et dolorum (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως και οδύνης).
Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας που θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως και την παιδεία που εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, που τα κουράζει με την παπαγαλία και το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της.
Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη και η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη που τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά!
Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στα "κηφηνεία", που πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε για δουλειά. Θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια.
Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;), δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νιώθουμε ντροπή, όταν στη μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι "γεραιοί" και οι νέοι κρύβο­νται πίσω από τη σκιά τους. "Αισχρόν γαρ δη τούτο... κείσθαι πρόσθε νέων, άνδρα παλαιότερον". Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σε λίγο, οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών που θυμίζουν... Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν!
Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. "Φτιάχνουμε" τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν που προσφέρει το "γυαλί", αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με "διακοποδάνεια", εορτάζουμε με "εορτοδάνεια" και πεθαίνουμε με "πεθανοδάνεια". Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να "απέλθει", πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς.
Έπρεπε να ζούσε τώρα... Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτεψαν και σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην τεμπελιά- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη».

Σαράντος Καργάκος  Εκπαιδευτικός, ιστορικός, συγγραφέας (1937 -2019)
 

Σε γιορτινό αγώνισμα







Θυμάμαι τότε που η ιδέα των Ολυμπιακών αγώνων φιλοξενήθηκε με το αζημίωτο των εμπλεκομένων  στην Αθήνα, είχα βρεθεί στις κερκίδες πλάι στην καιόμενη δάδα παρακολουθώντας στο Ολυμπιακό στάδιο αγώνες άλματος. Δεν ντρέπομαι να πω ότι έκλαψα καθώς έβλεπα τους αθλητές να τρέχουν πριν το τελευταίο πάτημα στο άλμα τους. Οι μύες σε χέρια, πόδια και πρόσωπο είχαν αφιερώσει τις συσπάσεις τους στην ιδέα, έστω κι αν αυτή είχε γίνει συσκευασμένο προϊόν στο εμπορικό μαγαζί του πολιτισμού μας. Ήταν ένα γιορτινό αγώνισμα που κι αν είχε λερωθεί με την ευτέλεια της εποχής, κρατούσε μέσα του ανάσες που εμψυχώνονται με τον ίδιο τρόπο χιλιάδες χρόνια.  
Όταν ένας άντρας αφήσει το δάκρυ του να βγει στην αγορά, κινδυνεύει να παρεξηγηθεί. Το γνωρίζω αλλά δεν πτοούμαι. Το γιορτινό αγώνισμα που έγραψε ο Σαββόπουλος στους Αχαρνής του, αν και δυσαρέστησαν κάποτε τον Κουν, κουβαλούσε μέσα του την γνώση της υπάρχουσας ευτέλειας μέσα στην αναζήτηση των υψηλών ιδανικών. Είναι δύσκολο να νιώθεις σκυταλοδρόμος στα γιορτινά αγωνίσματα που είχαν κάποτε μια χούφτα άνθρωποι, στον κλασικό κόσμο, και να πολεμάς μέσα στην σκέψη σου κατάντια του σημερινού ελληναρά.
Γιορτινό αγώνισμα είναι και η παροντική ζωή μας, και τούτο το γράφω εντελώς συνειδητά. Ένα γιορτινό αγώνισμα που ως κότινο ψάχνει την ομορφιά. Αυτήν που την κρύβουν οι σύγχρονες “λογικές” ανάγκες μέσα και έξω από εμάς.  
Πάντα μου άρεσε αυτός ο κατεργάρης Δικαιόπολις του παππού Αριστοφάνη. Μετέρχεται όλους τους τρόπους του χαμαιλεοντισμού απέναντι στις άκαμπτες σκέψεις των άλλων, με μόνο στόχο να ζήσει τον Έρωτα στην Γιορτή της ζωής του. Ίσως ο Δικαιόπολις να ήταν ο δικός μας, κατοπινός, Καραγκιόζης που ξέρει να αντέχει στην πείνα και την απαξίωση αυτών που νομίζουν πως τον εξουσιάζουν.   
Το δάκρυ, ως σπονδή, ευγενών αγώνων είναι απαραίτητο να υπάρχει σε κάθε αγώνισμα που είναι συνειδητό στην ζωή! 

Η πρόθεση σύνταξης τούτης της γραφής, βρίσκεται στην θέλησή μου να χαρίσω αυτό το “γιορτινό αγώνισμα” που ακούγεται από τον αείμνηστο Παπάζογλου στην μουσική του Σαββόπουλου, στην γενέθλιο γιορτή του γιου μου. Του στέλνω στα ξένα την ομορφιά του βιώματος της επιτυχίας που είμαι σίγουρος πως θα έχει μέσα από κόπους, και όχι κατά το σύνηθες μέσα από τρόπους.
Από την πόλη Adina της χώρας Antiqua όπως μετονομάζει ο Ηλίας Πετρόπουλος την Αθήνα και την Ελλάδα στο βιβλίο του «Το εγχειρίδιο του καλού κλέφτη», στέλνω έναν όμορφο χαιρετισμό στην Στοκχόλμη και στον Ηλία τον γιο μου.

Χρόνια σου πολλά! 


Συνημμένο βίντεο με τον Νίκο και τον Νιόνιο στα νιάτα τους,  στο γιορτινό αγώνισμα…


Ι Τσινγκ - μία σκέψη







Τις περισσότερες φορές οι διαδικασίες εύρεσης στοιχείων και η μελέτη πηγών σε οδηγούν σε διατυπωμένες σκέψεις ανθρώπων που είναι ενδιαφέρουσες ως πληροφορίες στην δική μας ζωή.
Ψάχνοντας ιστορικά στοιχεία για την αντίληψη που είχαν οι άνθρωποι για τον κάτω κόσμο, η αναφορά του βιβλίου που μελετώ, φτάνει σε ένα κεφάλαιό του στην ανάλυση του βιβλίου της Αλλαγής (Ι Τσινγκ) που ενέπνευσε για 2,5 χιλιάδες χρόνια τον Κινεζικό Πολιτισμό.
Έχοντας επίγνωση πως δεν ενδιαφέρει το θέμα μελέτης μου την συντριπτική πλειοψηφία των επισκεπτών αυτού του χώρου, νομίζω πως έχουν τεράστιο ενδιαφέρον για αυτούς μερικές σκέψεις από το βιβλίο του Robert Temple με τίτλο Netherworld που αναφέρονται στην Κινέζικη φιλοσοφία και μιλούν για το σκάκι. Οι ακόλουθες σκέψεις, μέσω μελετητών, διατυπώνονται ως συμπεράσματα τα οποία καταγράφω δημόσια. Μου άρεσε να τα μοιραστώ αυτές τις πληροφορίες με το τυχαίο ζευγάρι μάτια που θα σταθούν σ’ αυτό το κείμενο, κάνοντάς τον άνθρωπο που ελέγχει την όραση της νόησής του να νιώσει την ευθύνη και την ομορφιά της πρωτογενούς σκέψης. 

"…Ο ακλόνητος ορθολογισμός είναι απλά φόβος. Και αυτό γιατί τα αμετάβλητα όρια δημιουργούνται από εκείνους που δεν έχουν αυτοπεποίθηση και νιώθουν πως απειλούνται. Η αρχαία ελληνική πόλη της Σπάρτης είχε τέτοια αυτοπεποίθηση για το ανίκητο πεζικό της, που δεν περιβαλλόταν από τείχη: γνώριζε πως κανένας εχθρός δεν θα προχωρούσε τόσο πολύ. Η σύγχρονη επιστήμη και η πραγματική επιστημοσύνη όλων των εποχών θα έπρεπε να νιώθει αρκετά σίγουρη για τις δικές τις, σταθερές αρχές, ώστε να μπορέσει να ρίξει τους μεγάλους τοίχους που προφυλάσσουν τους διαδρόμους της ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεν κτίστηκαν για να κρατήσουν έξω τις ορδές των βαρβάρων, αλλά για να περιορίσουν τους εαυτούς τους. Ρίξτε τα φράγματα, αφαιρέστε το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, επιδιορθώστε τις τρύπες από όπου περνούν οι αλεπούδες. Η επιστήμη και η μάθηση δεν πρέπει να είναι δεμένες και φιμωμένες από τυπολατρικές απόψεις, αλλά πρέπει να παραμένουν ανοιχτές και ελεύθερες στην απεριόριστη διερεύνηση. Αυτό σημαίνει πως θα έπρεπε να ενθαρρύνεται η σοβαρή σκέψη για ένα αντικείμενο, το οποίο δεν είναι κατανοητό και έχει να κάνει με την «προκατάληψη». Θα ήταν φοβερή αλαζονεία να επιμένουμε πως δεν έχουμε τίποτε να μάθουμε από το περίεργο σύστημα του κινεζικού βιβλίου της Αλλαγής…"

 Κ.Ζ