Από το ιστολόγιο Δραγασιά δημοσιευμένο στις
Δεν θα γράψω πολλά λόγια για την ταυτότητα του έργου του Μολιέρου
Αμφιτρύων σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή, ούτε θα ασχοληθώ με το
σύνηθες άθλημα των επαίνων ή αρνήσεων της απόδοσης των συντελεστών της
παράστασης που είδα στο θέατρο Βράχων.
Θα «πάω» τη γραφή με το βλέμμα της σκέψης κατ’ ευθείαν στις απορίες και
τις χαρές που είχαν τα μάτια μου σαν και εκείνα των παιδιών που
ανακαλύπτουν τον κόσμο μετά την γέννηση τους. (1)
Πριν αρχίσω να δώσω ένα ηλεκτρονικό χώρο που ενημερώνει όποιον δεν έχει
πληροφορηθεί για το θεατρικό γεγονός του καλοκαιριού, που συζητήθηκε
αρκετά στους χώρους του φιλοθεάμονος θεατρικού κοινού.
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.article&id=17385
Το πρώτο που έκανα παρακολουθώντας το έργο ήταν να προσπαθήσω να
καταλάβω τη σημασία του μύθου που εξηγεί την γέννηση στην ουσία του
Ηρακλή. Βέβαια η παραξενιά του Δία να ενσαρκώνεται σε ότι του καπνίσει
κάθε φορά για να ζήσει την ηδονή χωρίς ευθύνες είναι κάτι που θα πρέπει
να μας απασχολήσει ως σκέψη. Ο Δίας ως έννοια λειτουργίας του μυαλού
μας, είναι κάτι πρακτικό που χρησιμεύει στην εξέλιξη μας και αν κλίνουμε
το ανώμαλο ουσιαστικό θα καταλάβουμε την αέναη σύζευξη και διαχωρισμό
των πραγμάτων που γίνονται ταυτόχρονα έξω και μέσα μας. (2)
Μπήκα στην διαστροφή για λίγο να μαντέψω ποιο ήταν το βαθύτερο «θέλω»
του Λευτέρη Βογιατζή, ώστε να ασχοληθεί με αυτή την θεματική σε μια
κορυφαία στιγμή της ζωής του. Γρήγορα όμως εγκατέλειψα αυτή την ερώτηση
σκεπτόμενος ότι είναι μια στείρα κουτσομπολίστικη πρακτική που δεν μου
προσθέτει τίποτε ως ατομική εξέλιξη. Η ουσία βρίσκεται στην αναζήτηση
πληροφοριών από το έργο ως ανεξάρτητη δημιουργία που ταξιδεύει στο νου
και την καρδιά μας από την εμπειρία της παρακολούθησης του.
Στην αρχή της παράστασης είχε ένα αεράκι που έπαιρνε τη φωνή και
δημιούργησε μια δυσκολία στον Ήμελλο που ενσάρκωνε τον αληθινό (στο
έργο) Σωσία. Μου έκανε εντύπωση το σπάσιμο του λόγου και το τράβηγμα των
λέξεων σαν να ήσαν καρικατούρες εξηγώντας με αυτές τα δρώμενα. Εκείνη
την ώρα της παράστασης δεν έδωσα καμία εξήγηση, αλλά αφέθηκα να
απολαύσω το διαφορετικό. Σήμερα μου ήρθε στο μυαλό ένα ερώτημα που
πρόσφατα το είχα στην συμμετοχή μου ως Αίγισθος στην Ηλέκτρα του
Σοφοκλή. Το ερώτημα συνοψίζεται στο δίλημμα, του αν ο αρχαίος λόγος
είναι μια ροή συναισθήματος ή κοινωνεί τον Λόγο ως διαδικασία κατανόησης
μέσω της παιδείας. Αν δεν καταλάβουμε στη ζωή μας -διερωτήθηκα- έχει
λόγο να ακολουθούμε το συναίσθημα; Ποια είναι η σχέση αρμονίας μεταξύ
ορθολογισμού και συναισθήματος και πότε η διατάραξη αυτής της σχέσης
φέρνει αποτελέσματα τιμωρίας από την Νέμεση της ζωής μας;
Δεν ξέρω αν η πρόθεση του σκηνοθέτη ήταν να αναμοχλεύσει αυτό το
ερώτημα, αλλά το παραξένισμα των λέξεων κατά την εκφορά τους και η
συμπλήρωση τους με συνώνυμες από την κα Γουλιώτη που ενσάρκωνε την
Νύχτα, μου έδωσαν την αίσθηση ότι μέσα από τη γλώσσα μας υπάρχει ένας
διαφορετικός κόσμος που τον αγνοούμε σαν βάζουμε την ζωή μας σε μια
αυτόματη ταχύτητα θεωρώντας ότι βιώνουμε συνειδητά το παρόν μας.
Υπάρχει ένας διαφορετικός κόσμος μέσα σε ότι αντιλαμβανόμαστε ως
δεδομένα γύρω μας. Τούτο αν ήταν ουσιαστική πρόθεση του σκηνοθέτη
νομίζω ότι έβαλε μια τομή στη σκέψη του θεάτρου, εκτός και αν είναι δική
μου ανάγκη να δώσω αυτή την ερμηνεία.
Το άλλο ερώτημα που μου έδωσε η παράσταση, είναι αν η σημειολογία στο
θέατρο είναι ουσία ή διαστροφή των εκάστοτε δημιουργών. Προσωπικά μέσα
από σκηνογραφικές σημειολογίες σαν τις λειτουργώ νιώθω την έπαρση του
Εγώ μου και τούτο με χαροποιεί ως διάκριση, αλλά με βάζει απέναντι από
την απλότητα που κόπτομαι ότι έχει η ζωή. Κάπως έτσι περίεργα συνάντησα
και την εκδοχή της κεντρικής κατασκευής που ως γαϊτανάκι και καρουζέλ,
φιλοξένησε την κύρια δράση του έργου στο κέντρο της σκηνής. Το ερώτημα
είναι αν ο εντυπωσιασμός υπηρετεί τελικά το λόγο και σε ποιο βαθμό. Η
αίσθηση μου πως η κεντρική κατασκευή αντικαθιστούσε την θυμέλη του
αρχαίου θεάτρου με έβαλε σε σκέψεις που αφορούν στο πόσο δικαιούμαστε να
μπαίνουμε πάνω από τα τελετουργικά της ζωής μας που δεν τα ορίζουμε και
μέσα από τις Μοίρες φτιάχνουμε τη ζωή μας πάντα κατώτεροι ως απόρροια
της άγνοιας μας.
Τελικά ο άνθρωπος είναι ικανός να πατροκτονήσει την άρρητη τελετουργία
της ζωής που εκφράζεται μέσα από την Θυμέλη και σε ποιο βαθμό μπορεί να
το κάνει αυτό;
Η νύχτα που παραστάθηκε από τους ηθοποιούς και τα σκηνογραφικά ευρήματα
του έργου είχε σαν κεντρικό στοιχείο το πράσινο χρώμα των ξωτικών του
ρομαντισμού. Ο Άγιος Βασίλης πριν τον αγοράσει η Coca cola υπήρξε
πράσινος και τούτο ήταν εμφανές στο έργο ενδυματολογικά. Το Σαιξπηρικό
τοπίο ενισχυόταν επίσης από τους ήχους και τις κινήσεις των οντοτήτων
που ενσάρκωναν οι ηθοποιοί , δηλαδή ενός δάσους της σκέψης μας ντυμένο
στη νύχτα των ανεξερεύνητων επιθυμιών μας.
Εδώ πάλι έβαλα το ερώτημα που δεν ξέρω αν ήταν και του σκηνοθέτη, αλλά
το εισέπραξα ως ένα δίλημμα μεταξύ της κόντρας του Έλληνος Λόγου και του
Ευρωπαϊκού σκοταδιστικού ρομαντισμού. Σήμερα ότι και αν μας συμβαίνει
που το ερμηνεύουμε ως πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, στη βάση
του κρύβει αυτή την αιώνια μάχη μεταξύ ρομαντισμού και κλασικισμού.
(3)
Πολλά άλλα δευτερεύοντα στοιχεία έχω στο μυαλό μου ως κεντρίσματα της
σκέψης, αλλά όλα τους συνοψίζονται στα προηγούμενα ερωτήματα.
Τελικά έκανα το τσιγαράκι μου σαν κατεβήκαμε από τις κερκίδες του
θεάτρου και ανταλλάξαμε σκέψεις με την όμορφη παρέα πάνω στον μύθο και
τα τεχνικά του έργου. Με χαροποίησε η εμβάθυνση του γιου μου που η
επαγγελματική του διαστροφή δεν έλεγε να φύγει από τις κατασκευαστικές
λύσεις του σκηνικού, αλλά και την κρίση που ανέπτυξε επάνω στις όμορφες
ερμηνείες των ηθοποιών που είχαν πίσω τους πολλές ώρες πρόβας και τούτο
ήταν εμφανές.
Θα έλεγα πως ήταν μια ενδιαφέρουσα δουλειά και στη ζωή του θεάτρου που
τα πάντα γίνονται και πεθαίνουν στο χρόνο της παράστασης, το μόνο που
έχουμε να λέμε είναι πως ήμουν και εγώ εκεί…
Ας είμαστε «εκεί» και στην υπόλοιπη ζωή μας σαν τρώμε σε ένα τραπέζι ή
αγκαλιάζουμε το ποθούμενο μας στον παρόντα χρόνο, χωρίς να έχουμε
προσδοκίες σκέψεων για ένα ανυπόστατο φανταστικό μέλλον που το
ερμηνεύουμε μέσα από ένα πεθαμένο φοβικό παρελθόν…
Αυτό όμως που έχω ως σκέψη -οδηγία- για το βίωμα του παρόντος μας, είναι
η απόκτηση μιας αρμονίας μεταξύ γνώσης και άρρητου με σεμνότητα σε αυτό
που θέλει να μας λέει ότι είμαστε ως «Είναι» το Εγώ μας.
Πάντα να κρατάμε μικρό καλάθι στις απόψεις μας, γιατί ποτέ δεν ξέρουμε
τον Οδυσσέα που κρύβεται μέσα στο "προφανές" και έτσι το "Φοβού τους
Δαναούς και δώρα φέροντας" έχει κάποια χρηστική αξία στο τιμόνι της ζωής
μας.
Το δεύτερο κείμενο των γραφομένων:
(1) Κάποιοι λένε πως ανακαλύπτουμε σε όλη τη ζωή μας ότι ξέρουμε και
απλώς το θυμόμαστε… αλλά τούτο έχει πολλές ερμηνείες που αρχίζουν από
εγκεφαλικές προσεγγίσεις μετεμψυχωτικών πίστεων και φτάνουν έως τις
ερμηνείες της νέας φυσικής οπτικής του στεροσκοπικού κόσμου, που είναι
άχρονος και έχει ενιαία ταυτότητα της δομής του σε κάθε πληροφορία της
προβολής του ως πραγματικότητα.
(2) Το ανώμαλο ουσιαστικό (ο Ζευς του Διός) που προσδιορίζει τον
κυρίαρχο Θεό, έχει μια έντονη σημειολογία του δυϊσμού της σκέψης μας και
μας διδάσκει κατά μια εκδοχή πως η σύνθεση και η διάλυση είναι
απαραίτητα συστατικά της ζωής. Ακόμη και στην φιλοσοφική προσέγγιση σαν
δεν διαλύσουμε τις έννοιες δεν μπορούμε να τις ανασυνθέσουμε σε μια
ερμηνεία που εξυπηρετεί το γνωστικό μας υπόβαθρο.
(3) Ο Γκαίτε αφιέρωσε τη ζωή του να διερευνήσει αν μπορούν να ταιριάξουν
αυτοί οι δύο πυλώνες της ανθρώπινης σκέψης. Ο Ρομαντισμός γέννησε
μύθους, φόβους και θεοκρατική άγνοια, ενώ ο Κλασικισμός παρήγαγε γνώση,
και ανάταση ισότιμη στον άνθρωπο ως δημιούργημα προς την άγνοια του. Ο
Πλάτωνας έβαλε τις βάσεις για την ανάπτυξη της υποτέλειας του ανθρώπου
απέναντι στο Θείο, ενώ ο Αριστοτέλης τοποθέτησε τον στυγνό ορθολογισμό
της ατομικής γνωστικής ωφέλειας του ανθρώπου. Η αρμονία του Λόγου των
προσωκρατικών ίσως είναι το ζητούμενο στην σημερινή εποχή μας ως νέα
αναγέννηση, πέρα από τις ωφελιμιστικές ιδεοληψίες των θεωριών μας.
Κ.Ζ
Κ.Ζ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου