Πριν μερικές μέρες (στις 27 Μαρτίου) ήταν η παγκόσμια μέρα του Θεάτρου.
Θα έλεγε κάποιος ότι ήταν άλλη μια επετειακή γιορτή στον μακρύ κατάλογο
που υπάρχει. Σε μια αντιστοιχία με τους πολυάριθμους Αγίους του
εκκλησιαστικού εορτολογίου, έχουμε πιάσει πρόσωπα συμπεριφορές και
δράσεις της ζωής μας και τα έχουμε ανάγει σε επετείους. Έτσι πέρα από
την μαμά και τον μπαμπά έχουμε την ημέρα του καταναλωτή αλλά και την
ημέρα του μετεωρολόγου.(Παγκόσμιες ημέρες)
Θα έλεγα ότι αυτές οι επέτειοι είναι μια ευκαιρία για να νοιώσουν
κολακευτικά οι επαγγελματικές συντεχνίες που θεωρούν ότι ξεχωρίζει το
έργο τους, αλλά και να δουλέψουν τα καταστήματα μέσα από την
καταναλωτική αντίληψη της κάθε γιορτής όπως αυτή της μανούλας του
πατερούλη και γιατί όχι αργότερα του θείου, της κουμπάρας και των τρίτων
εξαδέλφων. Όμως αυτή η Παγκόσμια ημέρα του Θεάτρου αν δεν την δούμε
μέσα από την οπτική των καταναλωτών φτηνής επετειακής σκέψης, ίσως
είναι από τις λίγες που θα άξιζαν να μείνουν για να μας θυμίζουν ότι η
ζωή μας σαν δεν είναι διαρκής «Παιδεία» δεν αξίζει.
Έτσι λοιπόν για την εν λόγω ημέρα, καλέστηκα να διαβάσω ενδεικτικά κάτι
από τον συγγραφικό πλούτο του θεάτρου σε μια σεμνή εκδήλωση που
διοργανώθηκε από το Πολύτροπο Τέχνης
κοντά στην Ακαδημία του Πλάτωνα. Χωρίς να έχω ενδοιασμούς στην επιλογή
της καρδιάς μου έπιασε το χέρι μου την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Το θέατρο
πάντα μας μιλά για το παρόν μας όσο παλιά και αν έχει γραφεί ένας
λόγος. Έργα που δεν κουβαλούν μέσα διαχρονικό λόγο όπως όλα στη ζωή
υπόκεινται στο νόμο της φθοράς και περνούν στη λήθη. Ο Σοφοκλής όμως
κατάφερε να κερδίζει μαζί με άλλους την αθανασία του κάθε στιγμή σε όλα
τα μήκη και πλάτη της γης ανά τους αιώνες. Καταστάλαξα λοιπόν να
διαβάσω μετά από κουβέντα με τους αγαπημένους μου φίλους του θεάτρου,
τον Άγγελο (αγγελιοφόρο) που έφερε τα κακά μαντάτα από το θάνατο της
Αντιγόνης και του Αίμονα στο Παλάτι των Θηβών.
Αν δεν έχεις λοιπόν ήδη καφεδάκι η αφέψημα αγαπητέ μου αναγνώστη, θα
πρότεινα να φτιάξεις ένα και να καθίσουμε μαζί μέσα σε τούτο το άρθρο να
δούμε αν μας αφορά αυτό το έργο που μιλά για ένα μικρό κορίτσι που
τόλμησε να θάψει έξω από τα τείχη της αρχαίας Θήβας τον σκοτωμένο αδερφό
του και ακόμα "πως" αυτή η ιστορία έχει σχέση σήμερα με την δική μας
ζωή χιλιάδες χρόνια μετά.
Ο Σοφοκλής λοιπόν μας πάει με την γραφίδα του στην αρχαία Θήβα, όπου ζει
η Αντιγόνη με την αδερφή της την Ισμήνη και νιώθουν την μοίρα τους
βαριά μέσα από την τελευταία συμφορά της έχθρας των δύο αδερφών τους
(Πολυνείκη και Ετεοκλή) για την βασιλεία της Θήβας.
Τους δικούς μας γονείς , σίγουρα δεν τους έλεγαν Ιοκάστη και Οιδίποδα
όπως της Αντιγόνης, όμως κι αυτοί ένα μικρό δράμα το κρύβουν μέσα από
την πορεία τους στη ζωή σαν έζησαν δυσκολίες και λάθος επιλογές που μας
τις άφησαν βαθειά στην ψυχή μας. Βέβαια οι γονείς της Αντιγόνης ήταν
τραγικά πρόσωπα με πολύ βαθύτερη φιλοσοφική σημειολογία. Ο Οιδίποδας
σκότωσε τον πατέρα του και άντρα της Ιοκάστης Λάιο χωρίς να τον γνωρίζει
και νυμφεύθηκε την γυναίκα του και δική του άγνωστη μητέρα, γεννώντας
τα παιδιά του που βρίσκονται τώρα (στο έργο) μέσα στην κατάρα της γενιάς
των Λαβδακιδών. Το ξέρω πώς ουδεμία σχέση έχουμε εγώ ως γράφων και εσύ
αγαπητέ αναγνώστη με την πράξη του Οιδίποδα που θανάτωσε τον πατέρα του
και νυμφεύθηκε την μητέρα του, αλλά είμαστε σίγουροι; Η πνευματική
πατροκτονία που νιώσαμε κάπου στην εφηβεία για τον γεννήτορα, μαζί με
το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα που προσδιόρισε ο Φρόιντ στα αγόρια δεν είναι
κάτι που ελαφριά μεν αλλά ουσιαστικά μας συνδέει;
Το τραγικό όμως πρόσωπο του Σοφοκλή σε τούτο το έργο είναι ο αδερφός της
Ιοκάστης ο Κρέοντας που μετά το θάνατο του άντρα της ανέλαβε για λίγο
την εξουσία της Θήβας παραδίδοντας την σύμφωνα με τον χρησμό σε όποιον
θα σκότωνε τη Σφίγγα (το τρομερό θηρίο) και δεν ήταν άλλος από τον
Οιδίποδα. Μετά τον τραγικό χαμό του Οιδίποδα από την επίγνωση των
πράξεων του, είχαν αποφασίσει να βασιλεύουν κάθε χρόνο ένα από τα αγόρια
του, αλλά η άρνηση του Ετεοκλή να παραδώσει την βασιλεία στον Πολυνείκη
έφερε τον δεύτερο μαζί με τους συμμάχους του Αργείους μπροστά στα
τείχη της πόλης όπου παίχτηκε και το δράμα του χαμού των αδελφών. Τώρα
για μια ακόμη φορά νέος πάλι βασιλιάς ο Κρέων, πρέπει να φέρει την
ειρήνη στην πόλη και να ζήσουν οι πολίτες μέσα από την σοφία του χωρίς
αναρχία και εμφύλιους σπαραγμούς.
Ο Κρέων θα μπορούσε να είμαστε όλοι εμείς που αποφασίζουμε ότι
γνωρίζουμε το "σωστό" στη ζωή μας και σαφώς «τούτο» είναι ο δρόμος των
αξιών που επιλέγουμε για να κυβερνήσουμε την οικογένεια μας, τις
κοινωνικές σχέσεις μας και ότι νοιώθουμε ότι βρίσκεται κάτω από την δική
μας καθοδήγηση ακόμα και αν αυτό-οριζόμαστε βαθειά φιλοσοφημένοι για
τις επιλογές της ζωής μας.
Αποφασίζει λοιπόν ο Κρέων να θάψει με τιμές τον υπερασπιστή της πόλης
Ετεοκλή και να αφήσει να φάνε τα σκυλιά και τα όρνια το άταφο κουφάρι
του αδερφού Πολυνείκη μια που τον θεώρησε ως επιτιθέμενο εχθρό στην
πόλη. Αυτή η βασιλική διαταγή όμως στάθηκε πολύ αδύναμη για την
Αντιγόνη που ομολογεί στην αδερφή της ότι θα πάει να σκεπάσει με χώμα
και να ρίξει σπονδές στον νεκρό αδερφό τους. Η Ισμήνη κουβαλά μέσα της
τον φοβισμένο εαυτό όλων μας που θεωρούμε ως δεδομένη την κάθε "σκέψη-
νόμο" που μας κυβερνά και μέσα από αυτήν ορίζουμε τη ζωή μας. Αυτή η
σκέψη είναι που ορίζει τις μάζες των ανθρώπων που αρκούνται στις
αποφάσεις των ηγετών τους, των γονιών τους και κάθε ισχυρού που τους
επιτρέπει μια ζωή κάτω από τις αρχές του.
Η Αντιγόνη όμως πηγαίνει χωρίς να έχει την διάθεση να κρυφτεί και κάνει
το «σωστό» που της ορίζει η αγάπη της καρδιάς της με ένα σεβασμό στην
ανθρώπινη μοίρα και φυσικά συλλαμβάνεται από τους φύλακες.
Σαν βρίσκεται αντιμέτωπη με τον Κρέοντα, εκείνος την ρωτά για να
επιβεβαιώσει την εξουσία του προκαλώντας τον φόβο και την υποταγή της αν
ήξερε ότι το είχε απαγορεύσει τούτο με την απόφαση του. Η Αντιγόνη θα
του πει πως είναι πολύ μικρός απέναντι στους άγραφους νόμους των Θεών
και στην ίδια τη ζωή για να μπορεί να την ορίζει και ως εκ τούτου δεν
τον φοβάται ενώ δηλώνει πως δεν την ενδιαφέρει η ζωή της.
Διεκδικούμε σήμερα (όλοι) μια καλύτερη ζωή από την (κάθε) εξουσία, όμως
δεν έχουμε βαθύτερο πιστεύω όπως η Αντιγόνη, ούτε αρχές που να
στηρίζονται τόσο γερά μέσα μας ώστε να σταθούμε μπροστά στον (κάθε)
αφέντη και να του δηλώσουμε με παρρησία την αντίθεση μας. Η Αντιγόνη
λειτούργησε την αλήθεια της καρδιάς της φανερά σε αντίθεση με την δική
μας ζωή που λειτουργούμε την επιθυμία μας ανώνυμα…ή μέσα από
μεθοδεύσεις.
Εδώ υπάρχει μια τεράστια απόσταση σκέψης που δικαιολογεί και την έκπτωση
που ζούμε ο καθένας στην προσωπική ή κοινωνική ζωή του.
Η Ισμήνη κάποια στιγμή στην απολογία της Αντιγόνης ομολογεί πως
συμμετείχε και εκείνη στην πράξη της ταφής του νεκρού. Όμως σε τούτο το
σημείο ο Σοφοκλής έρχεται να δώσει άλλο ένα χαστούκι στη ζωή μας που εκ
των υστέρων χωρίς να έχουμε το σθένος της αρχικής επιλογής μέσα από
νοσηρές τύψεις προσπαθούμε να συνταχθούμε σε επιλογές που δεν διαβήκαμε.
Της απαντά η Αντιγόνη πως η διάθεση της να πεθάνει μαζί της είναι
λάθος μια και δεν αξίζει να κάνει δικό της ότι δεν άγγιξε. Με τούτο
τον τρόπο η Αντιγόνη θέλοντας να πορευτεί μόνη την επιλογή μοιράζει
δικαιοσύνη στην ατολμία της αδερφής της και όλων των υπολοίπων στους
αιώνες που γίνονται θύματα των τύψεων της ζωής τους.
Μετά την απόφαση ο Κρέων πασχίζει να υπάρξει δυνατός μέσα από το σχήμα
του ενώ δέχεται το γιο του που επιθυμεί να τον μεταπείσει για την
απόφαση σχετικά με την αγαπημένη και μνηστή του Αντιγόνη. Η πατρική
εξουσία γίνεται φανερή και ο θυμός επιδιώκει την υποταγή του νέου
φτάνοντας σε σημείο να τον ονομάσει «δούλο γυναίκας» και να του
απαγορεύσει να τον λέει πατέρα. Ας αναλογιστούμε πόσες φορές μας έχουν
ξεφύγει λόγια που σημαδεύουν τον άλλο στην καρδιά και του αφήνουν για
πάντα μια μεγάλη πληγή. Ως δέκτης μιας αλαζονείας ο Αίμονας μπορεί να
είναι το παιδί μας, ο άντρας μας, η γυναίκα μας ή ο φίλος μας.
Ο θάνατος από την απόφαση που εκστόμισε ο τραγικός άρχων είναι γεγονός,
έστω και αν μεταπείθεται στη συνέχεια από τον μάντη Τειρεσία και
πηγαίνει ο ίδιος να θάψει τον νεκρό και να ελευθερώσει την Αντιγόνη.
Φθάνοντας στη σπηλιά που την φυλάκισαν πρώτος ο Αίμωνας βρίσκει την
αγαπημένη του απαγχονισμένη και προσπαθεί να την σώσει ενώ πλησιάζει ο
Κρέων να του ζητήσει συγνώμη κάπως αργά παρασύροντας τον σε μια έκρηξη
θυμού που καταλήγει στον δικό του σφαγιασμό.
Στα μαντάτα του φονικού που φτάνουν από τον Άγγελο στο παλάτι, η γυναίκα
του ακολουθεί στο θάνατο το παιδί της και έτσι ο τραγικός βασιλιάς
βρίσκεται μόνος μέσα από μια επιλογή συμπεριφοράς να θρηνεί παντού
θύματα. Ο τελευταίος του μονόλογος αφήνει να φανεί ένα ράκος που είναι
ανάξιο να ζει μέσα από τις επιλογές του. Τώρα πια τίποτε δεν γυρίζει
πίσω και τούτο είναι ένα βαρύ μάθημα για τον κάθε Κρέοντα αλαζόνα της
ζωής και των πεποιθήσεων της σκέψης του.
Βέβαια στην δική μας ζωή που δεν "παίζεται" δίπλα στην αρχαία Θυμέλη του
θεάτρου, νομίζουμε ότι δεν χάνουμε κανένα άνθρωπο από τις αλαζονικές
μας συμπεριφορές. Όμως και τούτο είναι μια τραγική πλάνη. Ο άνθρωπος
μας που χάθηκε για πάντα από τις επιλογές μας , τα προβλήματα που
φορτώσαμε για να τα λύνουν μια ζωή τα παιδιά μας από τις ιδέες και τις
αντιλήψεις μας, είναι θάνατοι που απλά δεν τους βλέπουμε. Η διαφορά
του ανθρώπου που «βλέπει» ο Σοφοκλής ως τραγικό πρόσωπο από τον σημερινό
άνθρωπο, βρίσκεται στο ότι ο σύγχρονος άνθρωπος είναι το ίδιο τραγικός
με την διαφορά πως δεν έχει την επίγνωση του Κρέοντα.
Σήμερα θα ακούσουμε την ατάκα «Έτσι είμαι και σ’ όποιον αρέσω» για να
λυπηθούμε διπλά για την άγνοια της ζωής που ζουν οι (μοναχικοί -
κοινωνικοί) άνθρωποι όλων των πνευματικών διαστρωματώσεων.
Λίγο όμως να νιώσουμε την παγίδα της όμορφα τεκμηριωμένης σκέψης μας
και τα «αποφασίζω» που έχουμε επιβάλει στους γύρω μας, θα αντιληφθούμε
την αθέατη απώλεια που πετύχαμε στη ζωή μας.
Τότε γίνεται κάτι όμορφο που σαφώς δεν γυρίζει πίσω ότι χάθηκε, αλλά
αγαπάμε περισσότερο τον ίδιο μας τον εαυτό και του αναγνωρίζουμε το
«λίγο» του αναστήματος του ως γνώση χωρίς τύψεις για ότι συνέβη.
Άλλωστε ο κάθε θάνατος που ζούμε στη ζωή μας είναι και η ουσιαστική
πληρωμή του μαθήματος των επιλογών μας.
Αν πλησιάσουμε το συγκεκριμένο έργο μέσα από ένα βλέμμα προς τον εαυτό
μας θα αντιληφθούμε την κάθαρση του Κρέοντα, αγαπώντας όλα τα κομμάτια
μας, αισθανόμενοι παράλληλα τους στίχους που τραγούδησε ο Νίκος
Ξυλούρης που ομολογούν: «Πώς να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του
κόσμου…» (το τραγούδι)
Αν πάλι νομίζουμε ότι το έργο μιλά για μια παλιά εποχή και το βλέπουμε
με διάθεση φιλολογικής ανάλυσης, τότε δεν καταλάβαμε τίποτα και απλά
μείναμε στον τυφλό φόβο μιας οργανωμένης «πνευματικά» ζωής που δεν
ζούμε… όμως είναι και τούτη ως ατομική επιλογή είναι "Σεβαστή".
* Οι στρατιωτικές μπότες επελέγησαν ως εικόνα του θέματος, επειδή πάντα στο όνομα της "αγάπης" ποδηγετούμε ότι δεν καταλαβαίνουμε στη ζωή μας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου